Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2021

Ένα αινιγματικό σύστημα έξι εξωπλανητών με ρυθμική κίνηση γεννά θεωρίες για τον πλανητικό σχηματισμό

Χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό τηλεσκοπίων, συμπεριλαμβανομένου του Πολύ Μεγάλου Τηλεσκοπίου του Ευρωπαϊκού Νότιου Αστεροσκοπείου (Very Large Telescope of the European Southern Observatory ESL's VLT), οι αστρονόμοι ανακάλυψαν ένα σύστημα αποτελούμενο από έξι εξωπλανήτες, πέντε από τους οποίους είναι "κλειδωμένοι" σε έναν σπάνιο ρυθμό γύρω από το κεντρικό τους αστέρι. 

Καλλιτεχνική άποψη του πλανητικού συστήματος TOI-178 . Εικόνα ESO. https://www.eso.org/public/images/eso2102a/

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι το σύστημα αυτό θα μπορούσε να δώσει σημαντικές ενδείξεις για το πώς σχηματίζονται και εξελίσσονται οι πλανήτες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στο δικό μας Ηλιακό Σύστημα.

Την πρώτη φορά που η ομάδα παρατήρησε το TOI-178, ένα αστέρι περίπου 200 έτη φωτός μακριά στον αστερισμό του Γλύπτη, νόμιζαν ότι είχαν εντοπίσει δύο πλανήτες να το περιτριγυρίζουν ευρισκόμενα στην ίδια τροχιά. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκάλυψε κάτι το εντελώς διαφορετικό. "Μέσα από περαιτέρω παρατηρήσεις συνειδητοποιήσαμε ότι δεν υπήρχαν δύο πλανήτες σε τροχιά γύρω από το αστέρι με περίπου την ίδια απόσταση από αυτό, αλλά μάλλον πολλαπλοί πλανήτες σε μια πολύ ειδική διαμόρφωση", λέει ο Adrien Leleu από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης (Université de Genève) και το Πανεπιστήμιο της Βέρνης της Ελβετίας, ο οποίος ηγήθηκε μιας νέας μελέτης του συστήματος η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα στον ιστότοπο Astronomy & Astrophysics.

Το πλανητικό σύστημα (κόκκινος κύκλος) TOI-178 στον νότιο αστερισμό του Γλύπτη. Εικόνα ESO https://www.eso.org/public/images/eso2102b/

Η νέα αυτή έρευνα αποκάλυψε ότι το σύστημα διαθέτει έξι εξωπλανήτες και ότι όλοι εκτός από τον πλησιέστερο στο αστέρι είναι "κλειδωμένοι σε έναν ρυθμικό χορό" καθώς κινούνται στις τροχιές τους. Με άλλα λόγια, βρίσκονται σε συντονισμό. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν μοτίβα τα οποία επαναλαμβάνονται καθώς οι πλανήτες περιστρέφονται γύρω από το μητρικό τους αστέρι, με μερικούς πλανήτες να ευθυγραμμίζονται κάθε λίγες τροχιές. Παρόμοιος συντονισμός παρατηρείται στις τροχιές τριών φεγγαριών του πλανήτη Δία: Την Ιώ, την Ευρώπη και τον Γανυμήδη. Η Ιώ, ο πλησιέστερος από τους τρεις στον Δία, ολοκληρώνει τέσσερις πλήρεις τροχιές γύρω από τον Δία για κάθε τροχιά που κάνει ο Γανυμήδης, ο πιο μακρινός, και δύο πλήρεις τροχιές για κάθε τροχιά που κάνει η Ευρώπη.

Οι πέντε εξωτερικοί εξωπλανήτες του συστήματος TOI-178 ακολουθούν μια πολύ πιο περίπλοκη αλυσίδα συντονισμού, μια από τις πιο μακροχρόνιες που έχουν ανακαλυφθεί σε ένα πλανητικό σύστημα. Ενώ τα τρία φεγγάρια του πλανήτη Δία έχουν συντονισμό 4: 2: 1, οι πέντε εξωτερικοί πλανήτες στο σύστημα TOI-178 συμφωνούν με την ακολουθία 18: 9: 6: 4: 3: ενώ ο δεύτερος πλανήτης από το αστέρι (ο πρώτος στον αλυσίδα συντονισμού) ολοκληρώνει 18 τροχιές, ο τρίτος πλανήτης από το αστέρι (δεύτερος στην αλυσίδα) ολοκληρώνει 9 τροχιές και ούτω καθεξής. Στην πραγματικότητα, οι επιστήμονες βρήκαν αρχικά μόνο πέντε πλανήτες στο σύστημα, αλλά ακολουθώντας αυτόν τον συντονισμένο ρυθμό υπολόγισαν το πού θα βρισκόταν σε τροχιά ένας επιπλέον πλανήτης όταν είχαν στη συνέχεια ένα στη διάθεσή τους ενα χρονικό πλαίσιο για να παρατηρήσουν το σύστημα.

Περισσότερο από απλή περιέργεια σχετικά με τις τροχιές, ο χορός των …συντονισμένων πλανητών παρέχει ενδείξεις για το παρελθόν του συστήματος. "Οι τροχιές σε αυτό το σύστημα είναι πολύ καλά ταξινομημένες, κάτι που μας λέει ότι το σύστημα αυτό έχει εξελιχθεί αρκετά ομαλά από τη γέννησή του", εξηγεί ο συν-συγγραφέας της μελέτης Yann Alibert από το Πανεπιστήμιο της Βέρνης. Εάν το σύστημα είχε διαταραχθεί σημαντικά νωρίτερα στη ζωή του, για παράδειγμα από μια τεράστια σύγκρουση, αυτή η εύθραυστη τροχιακή διαμόρφωση δεν θα είχε υπάρξει.


Αταξία στο ρυθμικό σύστημα

Αλλά ακόμη και αν η διάταξη των τροχιών είναι τακτοποιημένη και καλά οργανωμένη, οι πυκνότητες των πλανητών "βρίσκονται σε μεγάλη αταξία", δηλώνει ο Nathan Hara από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης στην Ελβετία, ο οποίος συμμετείχε επίσης στη μελέτη. "Φαίνεται ότι υπάρχει ένας πλανήτης τόσο πυκνός όσο η Γη ακριβώς δίπλα σε έναν πολύ "αφράτο" πλανήτη ο οποίος έχει τη μισή πυκνότητα του πλανήτη Ποσειδώνα, ακολουθούμενος από έναν πλανήτη με την πυκνότητα του πλανήτη Ποσειδώνα. Δεν είμαστε συνηθισμένοι σε κάτι τέτοιο". Στο Ηλιακό μας σύστημα, για παράδειγμα, οι πλανήτες είναι τακτοποιημένοι, με τους βραχώδεις, πυκνότερους πλανήτες πιο κοντά στο μητρικό μας αστέρι και τους...αφράτους , χαμηλής πυκνότητας αέριους πλανήτες πιο μακριά.

"Αυτή η αντίθεση μεταξύ της ρυθμικής αρμονίας, της τροχιακής κίνησης, και των άτακτης πυκνότητας πλανητών συμβάλει σίγουρα στην κατανόησή μας για τον σχηματισμό και την εξέλιξη των πλανητικών συστημάτων", δηλώνει ο Leleu.


Συνδυάζοντας τεχνικές

Για να διερευνήσει την ασυνήθιστη αρχιτεκτονική του συστήματος αυτού, η ομάδα χρησιμοποίησε δεδομένα από τον δορυφόρο CHEOPS της Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος, μαζί με το επίγειο όργανο ESPRESSO το οποίο είναι εγκατεστημένο στο VLT του  Ευρωπαϊκού Νότιου Αστεροσκοπείου (European Southern Observatory, E.S.O.) και τα NGTS και SPECULOOS, τα οποία βρίσκονται στο Αστεροσκοπείο Paranal του ESO στη Χιλή. Επειδή οι εξωπλανήτες αυτοί είναι εξαιρετικά δύσκολο να εντοπιστούν απευθείας με τηλεσκόπια, οι αστρονόμοι πρέπει να βασίζονται σε άλλες τεχνικές για την ανίχνευσή τους. Οι κύριες μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι οι απεικονίσεις πλανητικών διελεύσεων - παρατηρώντας το φως που εκπέμπεται από το κεντρικό αστέρι, το οποίο εξασθενεί καθώς ένας εξωπλανήτης περνά μπροστά του όταν παρατηρείται από τη Γη - και η μέθοδος με τις ακτινικές ταχύτητες - παρατηρώντας το φάσμα του αστρικού φωτός για μικρά σημάδια ταλαντώσεων που συμβαίνουν καθώς οι εξωπλανήτες κινούνται στις τροχιές τους. Η ομάδα χρησιμοποίησε και τις δύο μεθόδους για να παρατηρήσει το σύστημα: CHEOPS, NGTS και SPECULOOS για πλανητική διάβαση και ESPRESSO για ακτινικές ταχύτητες.

Συνδυάζοντας τις δύο αυτές τεχνικές, οι αστρονόμοι μπόρεσαν να συλλέξουν βασικές πληροφορίες για το σύστημα και τους πλανήτες του, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από το κεντρικό τους αστέρι πολύ πιο κοντά και πολύ πιο γρήγορα από ότι η Γη περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο. Ο γρηγορότερος (ο πιο εσωτερικός πλανήτης) ολοκληρώνει μια τροχιά σε λίγες μέρες, ενώ η τροχιά του πιο αργού διαρκεί περίπου δέκα φορές περισσότερο. Οι έξι πλανήτες έχουν μεγέθη που κυμαίνονται περίπου από ένα έως τρεις φορές το μέγεθος της Γης, ενώ οι μάζες τους είναι 1,5 έως 30 φορές της μάζας της Γης. Μερικοί από τους πλανήτες είναι βραχώδεις, αλλά μεγαλύτεροι από τη Γη - αυτοί οι πλανήτες είναι γνωστοί ως Υπεργαίες αγγλ.Super-Earths. Άλλοι είναι πλανήτες αερίου, όπως οι εξωτερικοί πλανήτες στο Ηλιακό μας Σύστημα, αλλά πολύ μικρότεροι και ονομάζονται Μίνι Ποσειδώνες ή υποποσειδώνες αγγλ.Mini-Neptunes.

Παρόλο που κανένας από τους έξι εξωπλανήτες δεν βρέθηκε να είναι στην κατοικήσιμη ζώνη του μητρικού του αστεριού, οι ερευνητές προτείνουν ότι, συνεχίζοντας να ερευνούν την αλυσίδα συντονισμού, μπορεί να ανακαλύψουν επιπλέον πλανήτες οι οποίοι θα μπορούσαν να υπάρχουν μέσα ή πολύ κοντά σε αυτήν τη ζώνη. Το Εξαιρετικά Μεγάλο Τηλεσκόπιο του ESO (Extremely Large Telescope ή ELT), το οποίο πρόκειται να ξεκινήσει να λειτουργεί τη δεκαετία αυτή, θα είναι σε θέση να απεικονίσει άμεσα βραχώδεις εξωπλανήτες στη κατοικήσιμη ζώνη ενός αστεριού και ακόμη και να χαρακτηρίσει την ατμόσφαιρά τους, παρουσιάζοντας μας την ευκαιρία να γνωρίσουμε συστήματα όπως το TOI-178 με ακόμη μεγαλύτερη λεπτομέρεια.


Περισσότερες πληροφορίες

Αυτή η έρευνα αυτή παρουσιάστηκε στο paper "Six transiting planets and a chain of Laplace resonances in TOI-178" (Έξι πλανήτες ευρισκόμενοι σε πλανητική διάβαση και μία συντονισμού Λαπλάς στον αστέρα TOI-178) για να δημοσιευτεί στον ιστότοπο Astronomy & Astrophysics (doi: 10.1051 / 0004-6361 / 202039767).

Η ομάδα αποτελείται από:A. Leleu (Observatoire Astronomique de l’Université de Genève, Switzerland [UNIGE], University of Bern, Switzerland [Bern]), Y. Alibert (Bern), N. C. Hara (UNIGE), M. J. Hooton (Bern), T. G. Wilson (Centre for Exoplanet Science, SUPA School of Physics and Astronomy, University of St Andrews, UK [St Andrews]), P. Robutel (IMCCE, UMR8028 CNRS, Observatoire de Paris, France [IMCCE]), J.-B Delisle (UNIGE), J. Laskar (IMCCE), S. Hoyer (Aix Marseille Univ, CNRS, CNES, LAM, France [AMU]), C. Lovis (UNIGE), E. M. Bryant (Department of Physics, University of Warwick, UK [Warwick], Centre for Exoplanets and Habitability, University of Warwick [CEH]), E. Ducrot (Astrobiology Research Unit, Université de Liège, Belgium [Liège]), J. Cabrera (Institute of Planetary Research, German Aerospace Center (DLR), Berlin, Germany [Institute of Planetary Research, DLR]), J. Acton (School of Physics and Astronomy, University of Leicester, UK [Leicester]), V. Adibekyan (Instituto de Astrofísica e Ciências do Espaço, Universidade do Porto, Portugal [IA], Centro de Astrofísica da Universidade do Porto, Departamento de Física e Astronomia, Universidade do Porto [CAUP]), R. Allart (UNIGE), C, Allende Prieto (Instituto de Astrofísica de Canarias, Tenerife [IAC], Departamento de Astrofísica, Universidad de La Laguna, Tenerife [ULL]), R. Alonso (IAC, ULL), D. Alves (Camino El Observatorio 1515, Las Condes, Santiago, Chile), D. R Anderson (Warwick, CEH), D. Angerhausen (ETH Zürich, Institute for Particle Physics and Astrophysics), G. Anglada Escudé (Institut de Ciències de l’Espai [ICE, CSIC], Bellaterra, Spain, Institut d’Estudis Espacials de Catalunya [IEEC], Barcelona, Spain), J. Asquier (ESTEC, ESA, Noordwijk, the Netherlands [ESTEC]), D. Barrado (Depto. de Astrofísica, Centro de Astrobiologia [CSIC-INTA], Madrid, Spain), S.C.C Barros (IA, Departamento de Física e Astronomia, Universidade do Porto), W. Baumjohann (Space Research Institute, Austrian Academy of Sciences, Austria), D. Bayliss (Warwick, CEH), M. Beck (UNIGE), T. Beck (Bern) A. Bekkelien (UNIGE), W. Benz (Bern, Center for Space and Habitability, Bern, Switzerland [CSH]), N. Billot (UNIGE), A. Bonfanti (IWF), X. Bonfils (Université Grenoble Alpes, CNRS, IPAG, Grenoble, France), F. Bouchy (UNIGE), V. Bourrier (UNIGE), G. Boué (IMCCE), A. Brandeker (Department of Astronomy, Stockholm University, Sweden), C. Broeg (Bern), M. Buder (Institute of Optical Sensor Systems, German Aerospace Center (DLR) [Institute of Optical Sensor Systems, DLR]), A. Burdanov (Liège, Department of Earth, Atmospheric and Planetary Science, Massachusetts Institute of Technology, USA), M. R. Burleigh (Leicester), T. Bárczy (Admatis, Miskok, Hungary), A. C. Cameron (St Andrews), S. Chamberlain (Leicester), S. Charnoz (Université de Paris, Institut de physique du globe de Paris, CNRS, France), B. F. Cooke (Warwick, CEH), C. Corral Van Damme (ESTEC), A. C. M. Correia (CFisUC, Department of Physics, University of Coimbra, Portugal, IMCCE, UMR8028 CNRS, Observatoire de Paris, France), S. Cristiani (INAF - Osservatorio Astronomico di Trieste, Italy [INAF Trieste]), M. Damasso (INAF - Osservatorio Astrofisico di Torino, Italy [INAF Torino]), M. B. Davies (Lund Observatory, Dept. of Astronomy and Theoretical Physics, Lund University, Sweden), M. Deluil (AMU), L. Delrez (AMU, Space sciences, Technologies and Astrophysics Research [STAR] Institute, Université de Liège, Belgium, UNIGE), O. D. S. Demangeon (IA), B.-O. Demory (CSH), P. Di Marcantonio (INAF Trieste), G. Di. Persio (INAF, Istituto di Astrofisica e Planetologia Spaziali, Roma, Italy), X. Dumusque (UNIGE), D. Ehrenreich (UNIGE), A. Erikson (Institute of Planetary Research, DLR), P. Figueira (Instituto de Astrofísica e Ciências do Espaço, Universidade do Porto, ESO Vitacura), A. Fortier (Bern, CSH), L. Fossato (Space Research Institute, Austrian Academy of Sciences, Graz, Austria [IWF]), M. Fridlund (Leiden Observatory, University of Leiden, The Netherlands, Department of Space, Earth and Environment, Chalmers University of Technology, Onsala Space Observatory, Sweden [Chalmers]), D. Futyan (UNIGE), D. Gandolfi (Dipartimento di Fisica, Università degli Studi di Torino, Italy), A. García Muñoz (Center for Astronomy and Astrophysics, Technical University Berlin, Germany), L. Garcia (Liège), S. Gill (Warwick, CEH), E. Gillen (Astronomy Unit, Queen Mary University of London, UK, Cavendish Laboratory, Cambridge, UK [Cavendish Laboratory]), M. Gillon (Liège), M. R. Goad (Leicester), J. I. González Hernández (IAC, ULL), M. Guedel (University of Vienna, Department of Astrophysics, Austria), M. N. Günther (Department of Physics and Kavli Institute for Astrophysics and Space Research, Massachusetts Institute of Technology, USA), J. Haldemann (Bern), B. Henderson (Leicester), K. Heng (CSH), A. E. Hogan (Leicester), E. Jehin (STAR), J. S. Jenkins (Departamento de Astronomía, Universidad de Chile, Santiago, Chile, Centro de Astrofísica y Tecnologías Afines (CATA), Santiago, Chile), A. Jordán (Facultad de Ingeniería y Ciencias, Universidad Adolfo Ibáñez, Santiago, Chile, Millennium Institute for Astrophysics, Chile), L. Kiss (Konkoly Observatory, Research Centre for Astronomy and Earth Sciences, Budapest, Hungary), M. H. Kristiansen (Brorfelde Observatory, Observator Gyldenkernes, Denmark, DTU Space, National Space Institute, Technical University of Denmark, Denmark), K. Lam (Institute of Planetary Research, DLR), B. Lavie (UNIGE), A. Lecavelier des Etangs (Institut d’astrophysique de Paris, UMR7095 CNRS, Université Pierre & Marie Curie, Paris, France), M. Lendil (UNIGE), J. Lillo-Box (Depto. de Astrofísica, Centro de Astrobiologia (CSIC-INTA),ESAC campus, Madrid, Spain), G. Lo Curto (ESO Vitacura), D. Magrin (INAF, Osservatorio Astronomico di Padova, Italy [INAF Padova]), C. J. A. P. Martins (IA, CAUP), P. F. L. Maxted (Astrophysics Group, Keele University, UK), J. McCormac (Warwick), A. Mehner (ESO Vitacura), G. Micela (INAF - Osservatorio Astronomico di Palermo, Italy), P. Molaro (INAF Trieste, IFPU Trieste), M. Moyano (Instituto de Astronomía, Universidad Católica del Norte, Antofagasta, Chile), C. A. Murray (Cavendish Laboratory), V. Nascimbeni (INAF, Osservatorio Astronomico di Padova, Italy), N. J. Nunes (Instituto de Astrofísica e Ciências do Espaço, Faculdade de Ciências da Universidade de Lisboa, Portugal), G. Olofsson (Department of Astronomy, Stockholm University, Sweden), H. P. Osborn (CSH, Department of Physics and Kavli Institute for Astrophysics and Space Research, Massachusetts Institute of Technology, USA), M. Oshagh (IAC, ULL), R. Ottensamer (Department of Astrophysics, University of Vienna, Austria), I. Pagano (INAF, Osservatorio Astrofisico di Catania, Italy), E. Pallé (IAC, ULL), P. P. Pedersen  (Cavendish Laboratory), F. A. Pepe (UNIGE), C.M. Persson (Chalmers), G. Peter (Institute of Optical Sensor Systems, German Aerospace Center (DLR), Berlin, Germany), G. Piotto (INAF Padova, Dipartimento di Fisica e Astronomia "Galileo Galilei", Università degli Studi di Padova, Italy), G. Polenta (Space Science Data Center, Roma, Italy), D. Pollacco (Warwick), E. Poretti (Fundación G. Galilei – INAF (Telescopio Nazionale Galileo), La Palma, Spain, INAF - Osservatorio Astronomico di Brera, Merate, Italy), F. J. Pozuelos (Liège, STAR), F. Pozuelos (Liège, STAR), D. Queloz (UNIGE, Cavendish Laboratory), R. Ragazzoni (INAF Padova), N. Rando (ESTEC), F. Ratti (ESTEC), H. Rauer (Institute of Planetary Research, DLR), L. Raynard (Leicester), R. Rebolo (IAC, ULL), C. Reimers (Department of Astrophysics, University of Vienna, Austria), I. Ribas (Institut de Ciències de l’Espai (ICE, CSIC), Spain, Institut d’Estudis Espacials de Catalunya (IEEC), Barcelona, Spain), N. C. Santos (IA, Departamento de Física e Astronomia, Universidade do Porto), G. Scandariato (INAF, Osservatorio Astrofisico di Catania, Italy), J. Schneider (Paris Observatory, France), D. Sebastian (School of Physics Astronomy, University of Birmingham, UK [Birmingham]), M. Sestovic (CSH), A. E. Simon (Bern), A. M. S. Smith (Institute of Planetary Research, DLR), S. G. Sousa (IA), A. Sozzetti (INAF Torino), M. Steller (IWF), A. Suárez Mascareño (IAC, ULL), G. M. Szabó (ELTE Eötvös Loránd University, Gothard Astrophysical Observatory, Hungary, MTA-ELTE Exoplanet Research Group, Hungary), D Ségransan (UNIGE), N. Thomas (Bern), S. Thompson (Cavendish Laboratory), R. H. Tilbrook (Leicester), A. Triaud (Birmingham), S. Udry (UNIGE), V. Van Grootel (STAR), H. Venus (Institute of Optical Sensor Systems, DLR), F. Verrecchia (Space Science Data Center, ASI, Roma, Italy, INAF, Osservatorio Astronomico di Roma, Italy), J. I. Vines (Camino El Observatorio 1515, Santiago, Chile), N. A. Walton (Institute of Astronomy, University of Cambridge, UK), R. G. West (Warwick, CEH), P. K. Wheatley (Warwick, CEH), D. Wolter (Institute of Planetary Research, DLR), M. R. Zapatero Osorio (Centro de Astrobiología (CSIC-INTA), Madrid, Spain).

Το ESO είναι ο πρώτος διακυβερνητικός οργανισμός αστρονομίας στην Ευρώπη και το πιο παραγωγικό επίγειο αστρονομικό παρατηρητήριο στον κόσμο. Διαθέτει 16 κράτη μέλη: Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Γαλλία, Φινλανδία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο, μαζί με τη Χιλή τη χώρα που το φιλοξενεί, και με την Αυστραλία ως στρατηγικό εταίρο. Το ESO πραγματοποιεί ένα φιλόδοξο πρόγραμμα το οποίο εστιάζει στο σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία ισχυρών επίγειων εγκαταστάσεων παρατήρησης οι οποίες επιτρέπουν στους αστρονόμους να κάνουν σημαντικές επιστημονικές ανακαλύψεις. Το ESO παίζει επίσης ηγετικό ρόλο στην προώθηση και οργάνωση της συνεργασίας στην αστρονομική έρευνα. Το ESO διαθέτει τρεις μοναδικές περιοχές παρατήρησης παγκόσμιας κλάσης στη Χιλή: La Silla, Paranal και Chajnantor. Στο Paranal, το ESO εκμεταλλεύεται το πολύ μεγάλο τηλεσκόπιο και το παγκοσμίως κορυφαίο συμβολόμετρο Πολύ Μεγάλου Τηλεσκοπίου (Very Large Telescope Interferometer), καθώς και δύο τηλεσκόπια έρευνας, το VISTA που λειτουργεί στο υπέρυθρο και το τηλεσκόπιο VLT Survey στο ορατό φωτός. Επίσης στο Paranal, το ESO θα φιλοξενήσει και θα λειτουργεί τη συστοιχία Cherenkov Telescope Array South, το μεγαλύτερο και πιο ευαίσθητο παρατηρητήριο ακτίνων Γάμμα στον κόσμο. Το ESO είναι επίσης ένας σημαντικός συνεργάτης σε δύο εγκαταστάσεις στο Chajnantor, το APEX και το ALMA, το μεγαλύτερο αστρονομικό πρόγραμμα που υπάρχει παγκοσμίως. Και στη περιοχή Cerro Armazones, κοντά στο Paranal, το ESO κατασκευάζει το Εξαιρετικά Μεγάλο Τηλεσκόπιο ( Extremely Large Telescope) των 39 μέτρων, το ELT, το οποίο θα γίνει "το μεγαλύτερο μάτι στον κόσμο".

Σύνδεσμοι

Επικοινωνία

Adrien Leleu
Université de Genève
Geneva, Switzerland
Email: Adrien.Leleu@unige.ch

Yann Alibert
University of Bern
Bern, Switzerland
Tel: +41 31 631 55 47
Email: yann.alibert@space.unibe.ch

Nathan Hara
Université de Genève
Geneva, Switzerland
Tel: +41 22 379 24 14
Email: nathan.hara@unige.ch

Bárbara Ferreira
ESO Public Information Officer
Garching bei München, Germany
Tel: +49 89 3200 6670
Cell: +49 151 241 664 00
Email: press@eso.org

Connect with ESO on social media


Πηγή:   eso.org 

https://www.eso.org/public/news/eso2102/?fbclid=IwAR0v7P92OSXwgi4bV6dBB_oyUL3dvrBoLPHQcDH4D_6Q9Uz86VDip9S4xBk