Γιατί ο Άρατος ο Σολεύς θεωρείται ο Όμηρος της Αστρονομίας.


Είναι πιθανό ότι ο Απόστολος Παύλος είχε μελετήσει τα «Φαινόμενα» και από την εισαγωγή του Άρατου είχε δανειστεί τη φράση Τοῦ γὰρ καὶ γένος εἰμέν που χρησιμοποίησε στον Άρειο Πάγο στην προς Αθηναίους ομιλία του (Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, ὡς καί τινες τῶν καθ' ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασιν· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν

Ο Άρατος (305-240 π.Χ.) ήταν ένας λόγιος και ποιητής από τους Σολούς της μικρασιατικής Κιλικίας, που είχε πολλά ενδιαφέροντα.



Σε αυτόν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αντίγονος ο Γονατάς ανέθεσε να μεταφέρει σε ποιητική μορφή το αστρονομικό έργο του Εύδοξου του Κνίδιου (407-354 π.Χ.) χρησιμοποιώντας τον «δακτυλικό εξάμετρο», τον τυπικό στίχο της αρχαίας Ελληνικής επικής ποίησης, κατά το πρότυπο των ομηρικών επών, της Ιλιάδας και της Οδύσσειας.




Ο Άρατος, για να κάνει πιο προσιτή και πιο ενδιαφέρουσα την Αστρονομία στους απλούς ανθρώπους, πραγματοποίησε την επιθυμία του βασιλιά Αντίγονου του Γονατά, που του ζήτησε να κάνει τον Εύδοξο ενδοξότερο, μεταφέροντας τον πεζό λόγο σε έμμετρο στίχο.
Ο Ρωμαίος ποιητής Οβίδιος γεμάτος ενθουσιασμό έλεγε ότι «μετά τον Ήλιο και τη Σελήνη αιώνιος ο Άρατος θα μείνει!». Ο μεγάλος Ρωμαίος ρήτορας Κικέρωνας επαινεί την κομψότητα των στίχων του Άρατου και μεταφράζει αρκετούς στίχους.

Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, συμπατριώτης του Άρατου, γνωρίζοντας τη λατρεία που είχαν οι Αθηναίοι για τα ποιήματα του Άρατου, ξεκίνησε την ομιλία του στον Άρειο Πάγο, στην Αθήνα, με απαγγελία ορισμένων στίχων του ποιήματος αυτού, προκειμένου να φέρει κοντά του τους Αθηναίους.

Το αστρονομικό αυτό ποίημα του Άρατου, «Φαινόμενα και Διοσημεία», υπήρξε γενικά πολύ προσφιλές ανάγνωσμα κατά τους αλεξανδρινούς, τους ρωμαϊκούς και τους βυζαντινούς χρόνους και έτυχε πολλών ευμενών σχολιασμών, κυρίως από τον πατέρα της Αστρονομίας Ίππαρχο (190-120 π.Χ.) και από τον Θέωνα τον Αλεξανδρέα (330-395 μ.Χ.), που ήταν ο πατέρας της Υπατίας και ένας από τους τελευταίους σοφούς που χρησιμοποίησαν την περίφημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, προτού αυτή καταστραφεί, το 390 μ.Χ.

Πηγή: planitario.gr